Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

Σώπα όπου Να 'ναι θα σημάνουν οι καμπάνες ή αντίο Κεμάλ ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ;

 Το φαινόμενο Μίκης, από τη μουσική του ως την πολιτική του δράση, χρειάζεται να τον προσεγγίζουμε σαν μια διαλεκτική ολότητα. Μια παρέλαση ποίησης, φαντασίας, μουσικής και πολιτικής σκέψης. Μια δυναμική που οδηγεί σε μια πλανητική συνείδηση, διαδικασία που ωστόσο πραγματοποιείται, μέσα από την  εκτύλιξη της πιο προσωπικής εσωτερικότητας. Η διαζευκτική θεώρηση του τύπου -καλός μουσικός αλλά κακός πολιτικός- είναι σα να προσπαθούμε να πακετάρουμε ένα ελέφαντα σε ένα σπιρτόκουτο.

Στη μουσική, όντας λόγιος μουσικός με κλασσικές σπουδές,  μπόρεσε να ξεδιπλώσει το αστείρευτο μουσικό του ταλέντο -και ταυτόχρονα το όραμα του για το κόσμο και τον πολιτισμό- όταν αποφάσισε να πειθαρχήσει στους κανόνες της λαϊκής μαστορικής και έγινε ταπεινός μαθητής του Τσιτσάνη και του Βαμβακάρη. Αλλά η αποτίμηση του έργου του δεν μπορεί να χωρέσει στα αξιολογικά κριτήρια ούτε του μουσικού, ούτε του πολιτικού. Είτε μιλούσε, είτε έπαιζε τη μουσική του, μας εξέθετε τον δικό του κόσμο και ένα μεγαλείο, τόσο μεταδοτικό, που έκανε κάθε καταφρονημένο να νοιώθει ότι έχει αξία.  Η παρακαταθήκη του είναι ο προσωπικός του πολιτισμός, που έγινε και συλλογικός. Με αυτή την έννοια ήταν από τα θεμέλια της νεοελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας όπως ήταν ο Βαμβακάρης και ο Παπαδιαμάντης μεταξύ άλλων.

 

Πολλοί εντάχθηκαν στο κίνημα εξ αιτίας της μουσικής του Μίκη, γιατί πίστεψαν ότι η πίστη σε μια καλύτερη κοινωνία, θα απελευθερώσει τις δυνατότητες και τη δημιουργικότητα του ανθρώπου.

Στο τέλος της ζωής του θέλησε να αγκαλιάσει όλους τους Έλληνες. Να υπερβεί τον διχασμό, να συμφιλιωθεί με τον εχθρό του.  Eίχε κάθε λόγο να μισεί τη δεξιά, πολύ περισσότερο από αυτούς που το μόνο για το οποίο βρήκαν να μιλήσουν, τώρα που πέθανε, ήταν για τη «κωλοτούμπα». Με τη χειρονομία του κατάφερε να φέρει κοντά του τον εχθρό, αλλά δεν προσχώρησε στις τάξεις του. Και η τελευταία του επιθυμία ήταν «Θέλω να πεθάνω σαν κομμουνιστής», Έκανε όλους τους Έλληνες, από όλο το πολιτικό φάσμα, να τον θεωρούν σα δικό τους πατέρα.

Με το θάνατο του Μίκη τελειώνει οριστικά η ουτοπία ότι, αυτή η στάχτη που λέγεται Ελλάδα, μπορεί να ξεφύγει από τη βαθειά εντροπία της.

 Θα αφήσει σπορά ο Μίκης;

Θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση;